ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 24
Λύση εργασιακής σχέσης
24.1 Η λύση της σύμβασης εργασίας του προσωπικού επέρχεται στις παρακάτω περιπτώσεις :
α. με καταγγελία της σύμβασης εργασίας εκ μέρους του εργαζομένου (παραίτηση).
β. με καταγγελία της συμβάσεως εργασίας εκ μέρους της Τράπεζας σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν. 2112/1920, όπως εκάστοτε ισχύει.
γ. 1. Τηρουμένων των προϋποθέσεων των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 πιο κάτω, για την έγκυρη καταγγελία της ατομικής σύμβασης του μισθωτού εκ μέρους της τράπεζας απαιτείται προηγούμενη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της παραγράφου 6 το οποίο εισηγείται αιτιολογημένα υπέρ ή κατά της προόδου της διαδικασίας της καταγγελίας.
2.Λόγοι που δικαιολογούν την απόλυση του μισθωτού είναι εκείνοι που προκαλούν τον κλονισμό της εμπιστοσύνης της Τράπεζας και καθιστούν μη ανεκτή τη συνέχιση της εργασιακής σχέσης.
3.Δεν απαιτείται προηγούμενη γνώμη του ως άνω Συμβουλίου :
α. σε περίπτωση διάπραξης ποινικού αδικήματος
β. σε περίπτωση μείωσης του προσωπικού για οικονομοτεχνικούς λόγους
γ. στους εργαζόμενους που προσλήφθηκαν σε θέση Διεύθυνσης και εμπιστοσύνης
4.Η αναγραφή της τήρησης της ως άνω υπό 1 διαδικασίας στο έγγραφο καταγγελίας της σύμβασης δεν αποτελεί στοιχείο του κύρους της καταγγελίας
5.Η καταγγελία, για οποιοδήποτε από τους παραπάνω λόγους, αποτελεί έσχατο μέσο και επιβάλλεται στην περίπτωση που δεν δύναται καλοπίστως και ευλόγως να απαιτηθεί η απασχόληση του εργαζομένου σε άλλη θέση εργασίας ή διαφορετικά καθήκοντα.
6.Το κατά τα ανωτέρω Υπηρεσιακό Συμβούλιο έχει ως αποκλειστική συμβουλευτική αρμοδιότητα τη διατύπωση αιτιολογημένης εισήγησης υπέρ ή κατά της προόδου της διαδικασίας της καταγγελίας. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο απαρτίζεται από δύο εκπροσώπους της Τράπεζας, εκ των οποίων ο ένας θα είναι ο Πρόεδρος του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, και έναν εκπρόσωπο της πλέον αντιπροσωπευτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης. Οι εκπρόσωποι της Τράπεζας και οι αναπληρωτές τους ορίζονται με απόφαση του επικεφαλής της Τράπεζας. Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο γραμματέας του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Ο εκπρόσωπος της πλέον αντιπροσωπευτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης και ο αναπληρωτής, ορίζονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπει το καταστατικό της οργάνωσης αυτής.
Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο συγκροτείται το μήνα Ιανουάριο κάθε έτους για ετήσια θητεία. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο καλείται με μέριμνα του Προέδρου του κάθε φορά που υπάρχει υπόθεση προς εξέταση.
Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν είναι παρόντα δύο από τα τρία μέλη του εφόσον όλα τα μέλη έχουν αποδεδειγμένα κληθεί προ ευλόγου για το εξεταζόμενο θέμα χρόνου. Οι αποφάσεις του Υπηρεσιακού Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφία.
δ. με το θάνατο του εργαζόμενου.
ε. με τη συνταξιοδότηση του εργαζόμενου, σύμφωνα με την ισχύουσα κάθε φορά νομοθεσία της Κοινωνικής Ασφάλισης.
Άρθρο 25
Παραίτηση εργαζομένου
25.1 Ο υπάλληλος που συμπληρώνει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, λόγω γήρατος ή αναπηρίας, στην ασφάλιση οποιουδήποτε ασφαλιστικού οργανισμού, αποχωρεί από την υπηρεσία δικαιούμενος της αποζημίωσης που προβλέπει η νομοθεσία ή τυχόν ευνοϊκότερες διατάξεις συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
25.2 Ο υπάλληλος μπορεί να καταγγείλει τη σχέση εργασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου με έγγραφη δήλωση παραίτησής του, η οποία υποβάλλεται ιεραρχικά στη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού.
25.3 Στους εργαζόμενους που απολύονται με καταγγελία της σύμβασης εργασίας εκ μέρους της Τράπεζας, καταβάλλεται η αποζημίωση απόλυσης σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες περί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου διατάξεις του Νόμου.
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
1. Οι ειδικοί επιμέρους κανονισμοί, στους οποίους τυχόν παραπέμπει ο παρών Κανονισμός για τη ρύθμιση των σχετικών θεμάτων, συνάπτονται και τροποποιούνται με επιχειρησιακή Σ.Σ.Ε. μεταξύ Τράπεζας και Συλλόγου με τις διαδικασίες που προβλέπουν οι Νόμοι 1767/88, 1876/90 και 2224/94.
2. Στις ίδιες διαδικασίες υπόκειται κάθε διαφορά που μπορεί να προκύψει κατά την εφαρμογή αυτού του Κανονισμού μεταξύ Συλλόγου και Τράπεζας καθώς και οποιαδήποτε τροποποίηση των διατάξεών του.
3. Οι διατάξεις του παρόντος Κανονισμού εργασίας εφαρμόζονται και ισχύουν εφόσον και στην έκταση που δεν αντιτίθενται σε ευνοϊκότερες διατάξεις νόμων, κλαδικών Σ.Σ.Ε. κ.λ.π. , όπως εκάστοτε ισχύουν.
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από την ημερομηνία υπογραφής του, 29-11-2006.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου